λαθραναγνώστης

λαθραναγνώστης
ο
αυτός που διαβάζει λαθραία, χωρίς να αγοράζει το έντυπο που διαβάζει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαθρ(ο)-* + ἀναγνώστης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • λαθραναγνώστης — ο θηλ. ώστρια ο αναγνώστης που διαβάζει κρυφά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λαθρ(ο)- — (AM λαθρ[ο] ) πρώτο συνθετικό πολλών λέξεων τής ελληνικής που ανάγεται είτε στο επίρρ. λάθρα (πρβλ. λαθροβόλος, λαθρόνυμφος) είτε στο επίθ. λαθραῑος (πρβλ. λαθροθεατής) και έχει την έννοια ότι αυτό που δηλώνεται από το δεύτερο συνθετικό γίνεται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”